Η παλαμη μου ακύμαντη θάλασσα,
νοσταλγική.
Η ματια σου ήχος κρυστάλλων,
εξαίσιος.
Η ψυχή μου, το άγγιγμα σου
Ταξιδεύω στη ρωγμή των οριζόντων.
Στην λεπτή χαραμάδα που αφήνουν οι αιώνες,
ισα για να περνά το φώς, το υπερκόσμιο,
στην ψυχή μας.
Αναπολώ την αυγή που θα ρθεί
να χλιμιντρίσει, σαν άτι άγριο,
στο μαξιλάρι σου,
κι εγώ εκεί,
σ ενα καρφί του τοίχου,
ανάμνηση ασπρόμαυρη ή και έγχρωμη,
αναλόγως την εποχή.